Η Κατερίνα και η Ελένη διάβασαν το βιβλίο «Πώς να μιλάτε στα παιδιά ώστε να σας ακούν & πώς να τα ακούτε ώστε να σας μιλούν» και παρακάτω συνομιλούν για αυτό. Αν και δεν απευθύνεται στοχευμένα σε θετούς γονείς ή διαφυλετικές οικογένειες, εντούτοις οι «τεχνικές» και τα «εργαλεία» που περιγράφει και αναλύει κρίνονται ιδιαιτέρως πολύτιμα για την επικοινωνία και τη σχέση των μελών των θετών/διαφυλετικών οικογενειών. «Οι προκλήσεις που συναντάμε και για τις οποίες ατομικά, αλλά και ως Σύλλογος, προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε επιτυχώς, βρήκαν σημαντικά και εύχρηστα «όπλα» σε αυτό το βιβλίο. Το συστήνουμε από την καρδιά μας!»
Ελένη: «…Έχουμε υιοθετήσει μία κόρη και δεν επιτρέπεται να την χτυπάμε…», σχολίασε ένας πατέρας στις συνεδρίες εκπαίδευσης γονέων, περιμένοντας εναγωνίως εναλλακτικές τιμωρίας, ώστε να συμμορφωθεί με τους κανόνες που πιθανώς επιβάλλουν οι κοινωνικές υπηρεσίες στην Αμερική. Κατερίνα, τι νιώθεις ότι αποκόμισες σχετικά με τις «οδούς» συμμόρφωσης, που προτείνουν οι συγγραφείς του εν λόγω βιβλίου;
Κατερίνα: Το συγκεκριμένο βιβλίο είναι για μένα το πιο πρακτικό, εύχρηστο και εύστοχο εγχειρίδιο που έχει πέσει στα χέρια μου σχετικά με το «parenting». Κατά πρώτον, προτείνει πολλές διαφορετικές στρατηγικές αντιμετώπισης των καθημερινών προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε ως γονείς, ανάμεσα τους και η «συμμόρφωση», για να επιλέξουμε αυτές που ταιριάζουν περισσότερο στην προσωπικότητα μας και αυτή του παιδιού μας. Κατά δεύτερον, παρουσιάζει συγκεκριμένα και άμεσα εφαρμόσιμα παραδείγματα και ρεαλιστικούς διαλόγους που εμένα προσωπικά με έκαναν να θέλω να εξασκηθώ αμέσως, αξιοποιώντας κάθε ευκαιρία που μου δίνει η καθημερινότητα.
Ιδιαίτερα στο περίπλοκο και συχνά ενοχικό ζήτημα της «συμμόρφωσης» το βιβλίο ήταν για μένα απελευθερωτικό, καθώς με έβαλε σε διαδικασία να μπω στη θέση του παιδιού μου και να σκεφτώ τι θα λειτουργούσε πιο αποτελεσματικά και να κάνω πιο «έξυπνες» επιλογές στην επικοινωνία μου μαζί του. Τα όρια και η επιβολή τους είναι ένα ευαίσθητο θέμα που γίνεται ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση (στο μυαλό μας), αν σκεφτούμε το τραύμα και τις άλλες δυσκολίες που προκύπτουν σε μια υιοθεσία. Το βιβλίο αυτό μου έδωσε μια νέα οπτική πάνω σε αυτό: Ο τρόπος κάνει τη διαφορά! Το ερώτημα δεν είναι αν θα βάλουμε όρια και πού, αλλά το πώς θα τα διατυπώσουμε με τρόπο που θα γίνουν αντιληπτά από παιδί μέσα σε ένα πλαίσιο σεβασμού, χωρίς να το υποτιμήσουν, να το προσβάλλουν ή να το πληγώσουν. Οι λέξεις που χρησιμοποιούμε είναι πολύ σημαντικές και οι ενδεικτικοί διάλογοι που προτείνει το βιβλίο πολύ βοηθητικοί!
Με αντίστοιχα απελευθερωτικό τρόπο λειτούργησε για μένα και το κεφάλαιο που αφορά στο χτίσιμο της αυτονομίας του παιδιού. Ελένη, πόσο εύκολα μπορούμε να δεχτούμε την απώλεια ελέγχου σε ό,τι αφορά στο παιδί μας, ειδικά στα θέματα που αφορούν σε ενδεχόμενες ερωτήσεις που πιθανώς να δεχτεί για την υιοθεσία του από τρίτους;
Ελένη: Νομίζω ότι το βιβλίο αυτό —πέρα από την επένδυση που κάνει στις αποτελεσματικές επικοινωνιακές μεθόδους— θέτει «θεμέλια» στη σχέση μας με τα παιδιά μας, αλλά και γενικότερα με τους ανθρώπους, τα οποία υποστηρίζουν «γερά» την κτήση της αυτονομίας των παιδιών. Ταυτόχρονα —και επειδή αναβαθμίζει σημαντικά τον γονεϊκό μας ρόλο— ενισχύει και τη δική μας αυτοπεποίθηση και μας δίνει θάρρος να μην πάρα-προστατεύουμε και πάρα-ελέγχουμε τα παιδιά μας.
Προσωπικά, με απασχολεί ιδιαιτέρως όχι μόνο το ζήτημα των ερωτήσεων που θα δεχθούν τα παιδιά μας για την προσωπική τους ιστορία και τη (φυλετική) διαφορετικότητά τους, αλλά και το επακόλουθο «bullying» στο οποίο έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να εμπλακούν, είτε ως θύματα είτε ως θύτες. Βρίσκω, λοιπόν, ότι το βιβλίο μας «θωρακίζει» ως προς τα παραπάνω, μέσω δύο «αρετών» στις οποίες επενδύει να μας «μυήσει»: 1) στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης των παιδιών μας και στην οικοδόμηση της αυτάρκειάς τους. Δεν είμαστε εδώ για να προσφέρουμε έτοιμες απαντήσεις και λύσεις! Αλλά, για να τις εμπνέουμε! Και είναι —οξύμωρο, το ξέρω!— αλλά η «απεμπλοκή» που καλλιεργεί, μου έχει δημιουργήσει ήδη την αίσθηση μεγάλης δυναμικής στη θωράκιση του παιδιού μου. Και 2) στην υγιή συνδιαλλαγή με το παιδί μας και τον συνάνθρωπό μας, γενικότερα. Το βιβλίο κάνει ενέσεις «καλής συμπεριφοράς» στον αναγνώστη: «δεν προσβάλλουμε», «δεν κατηγορούμε», «μιλάμε με ειλικρινή σεβασμό» και άλλα παρόμοια. Εφόσον τα υιοθετήσουμε, αποτελούμε πρότυπο συμπεριφοράς για τα παιδιά μας, παρέχοντάς τους με τη σειρά μας χρήσιμα επικοινωνιακά εργαλεία για να χειριστούν κόσμια και αποτελεσματικά «παρεμβατικές» ερωτήσεις, έως και ρατσιστικές συμπεριφορές.
Κατερίνα, μία από τις ανάγκες «όλων» των παιδιών, είναι αυτή του ελέγχου του εαυτού ή/και της κατάστασης, ανά πάσα ώρα και στιγμή. Τα δικά μας τα παιδιά έχουν ένα «ταραγμένο» παρελθόν, για το οποίο δεν είχαν «κανέναν» έλεγχο: αποχωρίστηκαν από τους βιολογικούς γονείς τους, έζησαν εκτός σπιτιού και οικογένειας, επομένως, πιθανότατα έχουν εντονότερη την ανάγκη για την αποκατάσταση μιας σταθερής και προβλέψιμης καθημερινότητας και ζωής εφεξής. Και συνεπαγωγικά, η ανάγκη τους για τον έλεγχο της πραγματικότητάς τους πιθανά είναι αυξημένη, κι εμείς καλούμαστε να καλύψουμε. Το βιβλίο σε βοήθησε προς αυτήν τη κατεύθυνση?
Κατερίνα: Το βιβλίο, αν και δεν εστιάζει στις προκλήσεις που προκύπτουν από την υιοθεσία, κινείται γύρω από το πώς θα μεγαλώσουμε παιδιά ικανά να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους και να βρίσκουν δημιουργικές λύσεις στα προβλήματά τους, κάτι που σίγουρα αφορά και στις δικές μας οικογένειες. Επίσης, μας δίνει πολλά εργαλεία για να μάθουμε να ακούμε τις όποιες ανάγκες του παιδιού μας και να δουλεύουμε από κοινού προς λύσεις που μας βοηθούν. Ιδιαίτερα το εργαλείο «Επιλογές» μας βοηθά να συνδιαμορφώνουμε την «ατζέντα» της καθημερινότητας με το παιδί μας, σεβόμενοι τόσο τις δικές του επιθυμίες όσο και το τι είναι εφικτό από την πλευρά των γονιών. Στόχος είναι να αποφύγουμε καταστάσεις κρίσης/tantrums/meltdowns, χωρίς παράλληλα να υποκύψουμε σε αιτήματα μη αποδεκτά από την οικογένεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η διαχείριση μιας αλλαγής στο πρόγραμμα, π.χ. το play-date με τους φίλους που ακυρώθηκε, χωρίς δράματα ούτε και επίπονες παραχωρήσεις… κι όμως γίνεται! Τα παραδείγματα, τα σκίτσα και οι έτοιμοι διάλογοι είναι ιδιαίτερα πρακτικά και κάνουν τη θεωρία να μοιάζει παιχνιδάκι… Βέβαια, όπως λένε και οι συγγραφείς, δεν λειτουργούν όλες οι τεχνικές κάθε φορά, αλλά ο πειραματισμός σίγουρα αξίζει τον κόπο.
Ελένη, ποιο κεφάλαιο/εργαλείο βρήκες ιδιαίτερα χρήσιμο;
Ελένη: Περιττό να πω πως εκτίμησα ιδιαιτέρως όλα τα κεφάλαια, δηλαδή τα εργαλεία επικοινωνίας και σχέσης με τα παιδιά μας.
Αυτό όμως που νιώθω πως πραγματικά με εμπλούτισε —μιας και ποτέ ως σήμερα δεν το είχα αναλύσει και μελετήσει τόσο— είναι το πώς χρησιμοποιούμε τον έπαινο και γιατί. Ενώ είχα ακούσει τα βασικά, δηλαδή ότι τα συχνά, μη μονολεκτικά «μπράβο» τα χρειάζονται τα παιδιά, εδώ μας παρατίθεται πολύ περιγραφικά ο έπαινος, ως τρόπος αναγνώρισης της κάθε προσπάθειας και επιτεύγματος του παιδιού μας, χωρίς «πυροτεχνήματα», αλλά με ειλικρινή εκτίμηση σε αυτό που είναι και κάνει. Όχι «μπράβο που μάζεψες το δωμάτιό σου», λοιπόν, αλλά «εδώ βλέπω ένα δωμάτιο πολύ περιποιημένο και τακτοποιημένο! Βλέπω τα μολύβια στη θήκη τους, τις κούκλες παρέα, τα playmobil στο κουτάκι τους, το κρεβάτι όμορφο… Αυτό σημαίνει να είσαι τακτική, Αντίς!». Τα οφέλη αυτής της αντιμετώπισης και συμπεριφοράς, πολλαπλά: το παιδί καταλαβαίνει πόση σημασία δίνουμε σε αυτά που κάνει, πόσο τα εκτιμάμε και τι σημαίνουν, όχι τόσο για εμάς, αλλά για το ίδιο!
Ενώ φυσικά αναγνωρίζω τη σημαντικότητα του επαίνου για κάθε παιδί, νιώθω την ιδιαίτερη αξία του για τα θετά παιδιά. Πλήθος μαρτυριών θετών ενηλίκων καταθέτουν έντονα συναισθήματα «απόρριψης» από τη βιολογική τους οικογένεια, τα οποία σταδιακά μπήκαν στη ζωή τους μεγαλώνοντας και τα οποία φυσικά κλήθηκαν να διαχειριστούν. Νιώθω πως επενδύοντας στον ειλικρινή έπαινο με τον τρόπο που προτείνεται από το βιβλίο, θωρακίζουμε σημαντικά τα παιδιά μας με αυτοπεποίθηση, ελπίζω ικανή να τα βοηθήσει να διαχειριστούν την «ώρα της κρίσης».
Κατερίνα, όπως θα θυμάσαι, δεκάδες —και ανεκτίμητες— οι μαρτυρίες γονέων στο βιβλίο. Μία από αυτές από θετό πατέρα, παιδιού κινέζικης καταγωγής. «Ένας σχιστομάτης, Κινέζος, ένας σχιστομάτης, Κινέζος!», φώναζε παρέα παιδιών στο δρόμο. Μετά την ανάλυση του περιστατικού, αλλά και την ανάγνωση του βιβλίου γενικότερα, νιώθεις δυνατότερη να αντιμετωπίσεις τα —ομολογουμένως δεδομένα— παρόμοια περιστατικά που θα (αν όχι, ήδη) μας τύχουν;
Κατερίνα: Ελένη, όταν έφτασα σε αυτό το σημείο της αφήγησης ομολογουμένως ένιωσα όλα τα νεύρα μου να τεντώνονται και έσπευσα να διαβάσω με μεγάλη προσοχή τη συνέχεια της ιστορίας. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι η επίλυση του θέματος θα γινόταν με έναν τόσο απλό και ανώδυνο τρόπο, χωρίς κάποια ακραία δυναμική ή αμυντική παρέμβαση από τον θετό πατέρα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο γονιός απλά μοιράστηκε κάποιες πληροφορίες με την παρέα των πεντάχρονων παιδιών σχετικά με την αστοχία/επίπτωση των χαρακτηρισμών τους, στη συνέχεια παρακολούθησε διακριτικά την αντίδραση του γιού του και κινήθηκε ανάλογα. Μετά από λίγο όλα τα παιδιά έπαιζαν μαζί. Αυτό που κατάλαβα από αυτή την ιστορία, και από άλλες αντίστοιχες που αναφέρονται, είναι ότι δεν χρειάζεται να είμαι πάντα «έτοιμη για μάχη» και να παρεμβαίνω σαν υπερήρωας για να σώσω το παιδί μου από πιθανές δύσκολες καταστάσεις, γιατί τελικά η δική μου μη ψύχραιμη αντίδραση μπορεί να έχει χειρότερα αποτελέσματα και επιπλέον έτσι δεν το βοηθάω να γίνει ένας ικανός και αυτόνομος άνθρωπος. Σε γενικές γραμμές, όλο το βιβλίο στηρίζεται στο ότι οι γονείς λειτουργούμε ως ζωντανά παραδείγματα για τα παιδιά μας. Το πώς αντιδράμε σε δύσκολες καταστάσεις, πώς διαχειριζόμαστε τα προβλήματα, πώς επαινούμε, πώς εκφράζουμε τον θυμό και τα άλλα συναισθήματά μας κλπ., αποτελούν μαθήματα για τα παιδιά μας και «οδηγούς» για το πώς να χειρίζονται τα θέματα στη δική τους ζωή. Επομένως, σίγουρα αισθάνομαι πιο έτοιμη και πιο ικανή να αντιμετωπίσω δύσκολες καταστάσεις που σχετίζονται με τη διαφορετικότητα και όχι μόνο.
Ελένη, συνοψίζοντας, γιατί θα πρότεινες στους γονείς να διαβάσουν αυτό το βιβλίο;
Ελένη: Για να εμπεδώσουμε όλοι τα αυτονόητα! Για να το θέσω πιο αναλυτικά και χωρίς να υπονοώ τίποτα για τις διαθέσεις ή τις ικανότητές μας ως τώρα, οι συγγραφείς του βιβλίου διακατέχονται από την πεποίθηση ότι όλες οι ηλικίες και άνθρωποι είμαστε το ίδιο αξιοσέβαστοι. Ότι οφείλουμε ειλικρίνεια σε όλους, ανεξαρτήτως ικανότητας και ηλικιακής αντίληψης. Τέλος, ότι όσο περισσότερο διακατέχει η αγάπη την επικοινωνία μας με τα παιδιά μας, τόσο οι σχέσεις μας ενισχύονται. Με αυτά ως γνώμονα, οι επικοινωνιακοί τρόποι που προτείνονται απέχουν πολύ από τη χρήση «κόλπων» για να «χειριστούμε» τα παιδιά, από την τιμωρία ως μέσο συνετισμού, αλλά ακόμα και από την επιβράβευση ως μέσο εκμάθησης των καλών συμπεριφορών. Επενδύοντας λοιπόν σε μια σχέση αλληλοσεβασμού, αγάπης και εκτίμησης του εαυτού και του άλλου, ενισχύουμε τη συνεργασία και την καλή διάθεση όλων και αναβαθμίζουμε σημαντικά την ποιότητα της ζωής μας.
Κλείνοντας, θέλω να αναφέρω έναν βασικό λόγο που αγόρασα το βιβλίο αυτό, χωρίς να γνωρίζω τίποτα για αυτό, παρά μόνο διαβάζοντας τον τίτλο του: «…πώς να τα ακούτε, ώστε να σας μιλούν». Τα θετά παιδιά, καθώς και αυτά που ζουν σε διαφυλετικά περιβάλλοντα, θα αντιμετωπίζουν συχνά προκλήσεις στην κοινωνία καθώς μεγαλώνουν. Θα νιώσουν ή θα ακούσουν λεγόμενα από τρίτους που θα τα προβληματίσουν, θα τα πληγώσουν, θα τα σοκάρουν… Γυρίζοντας σπίτι, θα τα συζητήσουν άραγε μαζί μας; Θα νιώσουν ασφαλείς να μας πουν τι τα πλήγωσε, ώστε να μπορέσουμε να βοηθήσουμε; Θέλω να πιστεύω ότι η σχέση που χτίζεται με το παιδί, μέσω της φιλοσοφίας του βιβλίου αυτού, δίνει περισσότερες πιθανότητες για αυτό.
Το άρθρο υπογράφουν η Κατερίνα Στόλη και η Ελένη Αθανασοπούλου
Φωτογραφία απο chiaralily via Flickr